ὑποθημοσύνη

ὑποθημοσύνη
ὑπο-θημοσύνη (τίθημι): suggestion, counsels, pl., Il. 15.412 and Od. 16.233.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ὑποθημοσύνη — advice fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύνῃ — ὑποθημοσύνη advice fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποθημοσύνη — ἡ, ΜΑ [ὑποθήμων] συμβουλή, υποθήκη αρχ. ηθική προσταγή, δίδαγμα …   Dictionary of Greek

  • ὑποθημοσυνῶν — ὑποθημοσύνη advice fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύναις — ὑποθημοσύνη advice fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύνην — ὑποθημοσύνη advice fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύνης — ὑποθημοσύνη advice fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύνῃσι — ὑποθημοσύνη advice fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύνῃσιν — ὑποθημοσύνη advice fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσύνας — ὑποθημοσύνᾱς , ὑποθημοσύνη advice fem acc pl ὑποθημοσύνᾱς , ὑποθημοσύνη advice fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποθημοσυνάων — ὑποθημοσυνά̱ων , ὑποθημοσύνη advice fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”